μπαλταδιά

μπαλταδιά
η удар топором

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "μπαλταδιά" в других словарях:

  • μπαλταδιά — η χτύπημα με μπαλτά, τσεκουριά («τού δώσε μια μπαλταδιά και τού άνοιξε το κεφάλι στα δύο»). [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. πληθ. μπαλτάδ ες + κατάλ. ιά] …   Dictionary of Greek

  • μπαλταδιά — η (λ. τουρκ.), χτύπημα με μπαλτά, τσεκουριά: Τον έριξε κάτω αιμόφυρτο με μια μπαλταδιά …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • -αδιά — κατάλ. θηλ. ουσ. π.χ. βαρκ αδιά, μπαλτ αδιά, κουβ αδιά κ.ά. Είναι επεκτεταμένη μορφή τής κατάλ. ιά* από το περιττοσύλλαβο θ. τού πληθ. σε άδες, π.χ. μπαλτάς μπαλτάδες μπαλταδιά …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»